Βιβλιογραφικά στοιχεία
Κεφάλαιο 1. Εισαγωγή -- Κεφάλαιο 2. Θεωρητικές προσεγγίσεις και διεθνή ευρήματα -- Κεφάλαιο 3. Το πλαίσιο της ένταξης -- Κεφάλαιο 4. Εμπειρική προσέγγιση των νέων μεταναστευτικής προέλευσης και το δείγμα της έρευνας -- Κεφάλαιο 5. Προέλευση των νέων και εκπαίδευση -- Κεφάλαιο 6. Προέλευση των νέων και αγορά εργασίας -- Κεφάλαιο 7. Συμπεράσματα -- Βιβλιογραφία.
Στο τέλος του εικοστού αιώνα η Ελλάδα μετατράπηκε από παραδοσιακή χώρα αποστολής σε χώρα υποδοχής μεταναστών με κινητήρια δύναμη για πολλούς από τους εισερχόμενους μετανάστες την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον για τους ίδιους και τα παιδιά τους, οπουδήποτε και αν βρίσκονται αυτά. Περίπου δύο δεκαετίες μετά, τα παιδιά των μεταναστών τα οποία γεννήθηκαν στην Ελλάδα ή έφτασαν στη χώρα σε μικρή ηλικία έχουν αρχίσει πλέον να ενηλικιώνονται και να περνούν από την εκπαίδευση στην εργασία. Επομένως, είναι αναγκαίο πια να διερευνηθούν οι διαδρομές της «δεύτερης γενιάς» μεταναστών στο εκπαιδευτικό σύστημα και την αγορά εργασίας της χώρας, καθώς η επιτυχής ενσωμάτωση του 10% περίπου του πληθυσμού των νέων 15-29 ετών σε αυτούς τους τομείς είναι κρίσιμης σημασίας για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί σε αυτό ακριβώς. Με τη χρήση κατάλληλων στατιστικών δεδομένων και επιλεγμένων οικονομετρικών μεθόδων επιχειρεί να σκιαγραφήσει τις ομοιότητες και τις διαφορές επιμέρους ομάδων νέων μεταναστευτικής προέλευσης και του συνόλου αυτών με τον γηγενή πληθυσμό νέων. Αντίστοιχες μελέτες σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν εντοπίσει μεγάλες αποκλίσεις ανάμεσα στις διαδρομές που ακολουθούν οι νέοι μεταναστευτικής και γηγενούς προέλευσης, οδηγώντας έτσι στη διαμόρφωση πολιτικών που στοχεύουν στην ομαλή ένταξη των νέων μεταναστευτικής προέλευσης.
Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης αποκαλύπτουν το σχετικό χάσμα ανάμεσα στους νέους μεταναστευτικής και γηγενούς προέλευσης. Αναδεικνύουν ακόμη τη μεγάλη σημασία του φύλου, της εθνότητας και της χώρας προέλευσης στα αποτελέσματα αυτά. Ενδεικτικά, οι νέοι άνδρες παλιννοστούντες διαφέρουν σημαντικά από τους άλλους νέους άνδρες μεταναστευτικής προέλευσης, με τους πρώτους να εμφανίζουν αρκετά χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό τα οποία προσομοιάζουν με εκείνα των γηγενών ανδρών. Ταυτόχρονα, παρατηρούνται αξιόλογες αποκλίσεις κατά φύλο στα πλαίσια των επιμέρους ομάδων προέλευσης, όπως η απόκλιση μεταξύ νέων αλβανικής καταγωγής. Οι νέοι Αλβανοί εμφανίζουν εκ των υψηλότερων πιθανοτήτων συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό όλων των επιμέρους ομάδων νέων ανδρών, ενώ οι νέες Αλβανίδες εκ των χαμηλότερων πιθανοτήτων όλων των γυναικών. Οι αποκλίσεις που παρατηρούνται ανάμεσα στις διάφορες ομάδες νέων οφείλονται αναμφισβήτητα εν μέρει σε θεσμικούς και πολιτισμικούς παράγοντες.
Οι σημαντικές διαφορές που καταγράφονται μεταξύ των νέων γηγενών, των νέων παλιννοστούντων και των άλλων νέων μεταναστευτικής προέλευσης γεννούν την ανάγκη για πολιτικές που θα άρουν τα όποια εμπόδια και θα διευκολύνουν την ένταξη των επιμέρους ομάδων νέων μεταναστευτικής προέλευσης στο εκπαιδευτικό σύστημα και την αγορά εργασίας. Με δεδομένες όμως τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νέοι γηγενείς στα δύο αυτά πεδία και τις πρόσθετες που επιφέρει η οικονομική ύφεση και τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, ο δρόμος των νέων μεταναστευτικής προέλευσης προς την επιτυχή οικονομική και κοινωνική ένταξη μοιάζει ιδιαίτερα δύσβατος.