Επιστημολογία των κοινωνικών επιστημών

  1. Έργο (αυτοτελές έργο)
  2. Ελληνικά
    • Το ίδιο το ερώτημα αν οι κοινωνικές επιστήμες έχουν ένα δικό τους προνομιακό πεδίο θεμελίωσης αποτελεί ανοικτό προς διερεύνηση ζήτημα για τους θεωρητικούς των Κοινωνικών Επιστημών. Πολλοί θεωρητικοί θεώρησαν αυτονόητο ότι οι κοινωνικές επιστήμες θα πρέπει να ακολουθήσουν θεμελιωτικά υποδείγματα των φυσικών επιστημών και να τα προσαρμόσουν εκ των υστέρων στα ιδιαίτερα προβλήματά τους. Αυτή η μέθοδος που μπορεί να ονομασθεί φυσικαλιστική φάνηκε να μην ήταν τελείως απαλλαγμένη νοήματος γιατί προς στιγμήν έμοιαζε να εξασφαλίζει ότι θα απεφεύγετο ο ανορθολογισμός και η πλήρης έλλειψη δεσμευτικότητας που θεωρήθηκε ότι χαρακτήριζε το εγγενώς «κοινωνικό» με την έννοια του βιώματος, της ατομικής κατανόησης ή της συναίσθησης, σε αντίθεση με το «φυσικό». Το πρόβλημα ωστόσο του φυσικαλισμού ήταν ότι υιοθετούσε άκριτα τους ορισμούς των φιλοσόφων του βίου και των νεο-καντιανών περί «κοινωνίας» ως χώρου του ανορθολογικού βιώματος και της κατανόησης και περί «φύσης» ως χώρου της ορθολογικής εξήγησης και έσπευδε να πάρει το μέρος της εξήγησης κατά της κατανόησης χωρίς να θέσει ερωτήματα που αφορούσαν τον κοινωνικό προσδιορισμό τόσο των κατανοητικών ενεργημάτων των ανθρώπων όσο και των θεωρητικοποιήσεων και των πειραματικών διευθετήσεων και τεχνολογιών τους που επιτρέπουν την πρόσβασή τους προς τη φύση. Μπορεί να σκεφθεί κανείς ότι τόσο η μορφή της κατανόησης όσο και η μορφή της φύσης έχουν κοινωνικό χαρακτήρα και αφορούν τις σχέσεις των ανθρώπων προς τους εαυτούς τους και προς το περιβάλλον τους. Από τις σχέσεις αυτές ξεκινώντας τίθενται και τα προβλήματα των σχέσεων κοινωνικών και φυσικών επιστημών και ιδιαίτερα προβλήματα αξιακών δεσμεύσεων της θεωρίας και της διαπλοκής τέτοιων δεσμεύσεων προς τις θεωρητικές ανακατασκευές των επιμέρους διαστάσεων του κοινωνικού και του φυσικού κόσμου.
      Υπάρχουν άρα δύο τρόποι προσέγγισης των προβλημάτων επιστημολογικής θεμελίωσης των κοινωνικών επιστημών, αφ' ενός να επιχειρηθεί μια τέτοια θεμελίωση ως εξειδίκευση μιας γενικής επιστημολογίας με εξάρχον πρότυπο το φυσικό-επιστημονικό και αφ' ετέρου να γίνει η προσπάθεια ανάδειξης/πρόταξης ενός πεδίου κοινωνικο-θεωρητικών προβλημάτων που αφορούν τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους και προς τη φύση και να ακολουθήσει η εξειδίκευση από αυτή την αφετηρία ειδικότερων επιστημολογικών ερωτημάτων των κοινωνικών επιστημών. [...] (Από το επίμετρο του Κοσμά Ψυχοπαίδη)

      Politeianet